Ταυτόχρονα δεν είναι ούτε η χαμένη ευκαιρία των οραματιστών του μέλλοντος, ούτε ο εφιάλτης από τον οποίον μας έσωσαν οι πραγματικοί οπαδοί. Ό,τι προτάθηκε μια φορά, θα ξανάρθει.
Πριν την επόμενη φορά και εν ειδει προετοιμασίας, αν όχι αποδοχής, μερικές σκέψεις.
Αρχικά. Γιατί τώρα;
Η πρόταση για κλειστή λίγκα στα πρότυπα της οργάνωσης των σπορ στην Αμερική δεν ήρθε τυχαία στη μέση της πιο ταλαιπωρημένης σαιζόν όλων των εποχών.
Όπως σε όλα τα πράγματα, η πανδημία λειτουργεί ως ο "μεγάλος επιταχυντής", επισπεύδοντας τάσεις που προϋπήρχαν, τη στιγμή που ανησυχίες του άλλοτε γίνονται τετελεσμένα.
Η Ρεαλ και η Μπαρτσελόνα λειτουργούν εδώ και χρόνια ως freeloaders στην πλάτη των ισπανικών τραπεζών (και άρα του ισπανικού δημοσίου) με χρέη που ξεπερνούν το ένα δις ευρώ. Η Γιουβέντους και η Ίντερ το ίδιο αν και όχι σε τόσο άσχημη κατάσταση. Στην Αγγλία, ακόμα και ομάδες με τακτοποιημένα οικονομικά βρίσκονται στην δυσάρεστη θέση να καταγράφουν ζημιές ακριβώς τη στιγμή που περίμεναν να μαζέψουν κέρδη, με τη Λίβερπουλ να είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Τίποτα από αυτά δεν είναι νέο, ούτε εκπλήσσει προφανώς το γεγονός ότι οι ποδοσφαιρικές εταιρείες-κολοσσοί ζορίζονται οικονομικά σε έναν κόσμο όπου μία στις πέντε θέσεις εργασίας απειλείται να χαθεί μέσα στο 2021. Συνεπώς το ερώτημα γιατί τώρα δεν είναι τόσο δύσκολο να απαντηθεί. Για τους εμπνευστές του σχεδίου είναι προφανές ότι όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα. Επίσης, για κάτι που ήταν αναμενόμενο να βρει τους οπαδούς απέναντι, το να το κάνεις στη μέση μιας χρονιάς με κλειστά τα γήπεδα προσφέρει το επιπλέον πλεονέκτημα της απουσίας αντιπαράθεσης, τουλάχιστον απευθείας.
Από εκεί και πέρα όμως αξίζει να δούμε κάποια επιπλέον ερωτήματα, τώρα ακριβώς που το πρότζεκτ φαίνεται κλινικά "νεκρό". Η αίσθησή μου, όπως έγραψα και παραπάνω είναι ότι θα έχουμε σύντομα νεκρανάσταση. Αργά ή γρήγορα, και μάλλον γρηγορότερα από όσο θα θέλαμε να ελπίζουμε. Να γιατί:
1. Αυτοί που "τρέχουν" τα μαγαζιά είναι διαφορετικοί από άλλοτε.
Όταν το 1983, η Θάτσερ καταργούσε τον περίφημο κανονισμό 34 και οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι έπαυαν να είναι μη-κερδοσκοπικά σωματεία, οι πρώτοι έμμισθοι πρόεδροι ήταν τοπικοί επιχειρηματίες της κοινότητας. Σήμερα, οι άνθρωποι που κάνουν κουμάντο στα μεγάλα κλαμπ σχεδόν ποτέ δεν προέρχονται όχι μόνο από την ίδια κοινότητα που γέννησε την ομάδα, αλλά ούτε καν από την ίδια χώρα. Η Λίβερπουλ, η Μαντσεστερ Γιουνάιτεντ, η Μίλαν και η Άρσεναλ ανήκουν σε Αμερικανούς. Η Παρί Σαιντ Ζερμαιν και η Μαντσεστερ Σιτυ πρακτικά ανήκουν σε μικρές Αραβικές χώρες. Η σχέση των διοικήσεων με την κοινότητα είναι πολύ διαφορετική. Στην ουσία έχει περισσότερες ομοιότητες με την σχέση που έχουν οι εξωκοινοβουλευτικοί υπουργοί με το εκλογικό σώμα. Μια υποτιθέμενη αυθεντία, συχνά με χαρακτηριστικά Σωτήρα, με ελάχιστο accountability. Aν ο Χένρι φύγει αύριο από τη Λίβερπουλ ή ο Γκλέιζερ από τη Γιουνάιτεντ, το επιχειρηματικό τους προφίλ θα πληγεί ελάχιστα. Το ίδιο ισχύει για τους ανθρώπους σε θέσεις κλειδιά. Ο Γούντγουορντ, εκτελεστικός διευθυντής της Γιουνάιτεντ, η ο Χόγκαν της Λίβερπουλ είναι αυτό που (δεν) μας αρέσει να λέμε "άνθρωποι της αγοράς", όχι του ποδοσφαίρου. Όλοι βλέπουν το ποδόσφαιρο ως "προϊόν". Από αυτήν την άποψη, οι δείκτες με τους οποίους αξιολογούνται δεν είναι αυτοί που έχουμε στο μυαλό μας. Δεν είναι (απαραίτητα) οι τίτλοι και τα εισιτήρια, αλλά το άνοιγμα σε νέες αγορές και μεγαλύτερα κοινά ακόμα κι αν αυτό ξενίζει (η και αποξενώνει) την παραδοσιακή βάση των ομάδων. Ακόμα και για τον Αμπράμοβιτς ή τους Άραβες των Εμιράτων που έχουν επενδύσει σε κάποιο βαθμό και επικοινωνιακά στην ενασχόλησή τους με το παιχνίδι, η διοίκηση των ομάδων είναι ένα πρότζεκτ και ως τέτοιο είναι επιτυχημένο όταν είναι κερδοφόρο. Είναι κακό αυτό; Γι' αυτούς όχι. Για πολλούς από εμάς ναι. Αλλά όχι για τους λόγους που φαντάζεσαι.
2. Αυτό που συνιστά επιτυχία για τα κλάμπ σήμερα δεν είναι αυτό που νομίζεις.
Μεταξύ 2019 και 2020 και μέσα σε ένα διάστημα 12 μηνών, η Λίβερπουλ του FSG έγινε πρωταθλήτρια Ευρώπης, κόσμου και μετά Αγγλίας. Για τη διοίκηση ήταν μια τεράστια επιτυχία χωρίς αντίκρυσμα. Περίμεναν να κεφαλαιοποιήσουν τους τίτλους σε περισσότερους χορηγούς, μεγαλύτερη εμπορική εκμετάλλευση και άνοιγμα σε νεότερο κοινό που επιτέλους θα συνέδεε την Λίβερπουλ με μια "δυναστεία". Η επιδημία σκότωσε πολλά από αυτά τα σχέδια αλλά ακόμα κι έτσι, ένας παραδοσιακος ιδιοκτήτης στα 80ς ή τα 90ς θα ένιωθε ευτυχής. Δεν είναι πια έτσι. Με την ίδια λογική που στην παγκόσμια οικονομία προστάζει να μη μένει κανείς στάσιμος, το γεγονός ότι η Λίβερπουλ δεν αυξάνει τα κέρδη της στη φάση που είναι μια υπερδύναμη, δημιουργεί ανησυχίες ότι θα ζοριστεί πολύ όταν πάψει να είναι (και στους επιταχυμένους χρόνους της πανδημίας, αυτό ήδη συνέβη). Για το FSG, τους Γκλέιζερ και τον Ανιέλι, δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Για τον Πέρεθ και τον Λαπόρτα κάθε μέρα που περνάει είναι επιπλέον κόστος. Και το κόστος δεν μετριέται σε χαμένα κύπελλα και πρωταθλήματα, αλλά σε τηλεοπτικά δικαιώματα (κυρίως) και παράπλευρες εμπορικές εκμεταλλεύσεις. Η Τότεναμ είναι εδώ το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. O τελευταίος της τίτλος είναι το Λήγκ Καπ του 2008, κι όμως θα προτιμούσε να είναι ένας παρίας, χάνοντας όλα τα ματς, στο κλάμπ των 12 με εξασφαλισμένο εισόδημα, παρά πιθανή διεκδικήτρια του πρωταθλήματος στην Αγγλία με μειωμένα έσοδα.
3. Το ποδόσφαιρο που βγάζει λεφτά σύντομα δεν θα είναι αυτό που ήξερες
Έχεις αναρωτηθεί γιατί κάθε χρονιά βγαίνουν όλο και περισσότερες ταινίες με υπερήρωες; Γιατί το 50% των ταινιών του Χόλιγουντ γυρίζονται με στόχο το ηλικιακό γκρουπ 15-25; Γιατί κανείς δεν πληρώνει πλέον για να αγοράσει μουσική; Η συντριπιτική πλειοψηφία του μάρκετινγκ σε όλα τα επίπεδα γίνεται με στόχο τους νέους. Και όταν λέμε νέους, εννοούμε πολύ νέους. Τόσο νέους που κανένας (ή πολύ λίγοι) από αυτούς δεν θα έχουν αντέξει να φτάσουν να διαβάζουν ως εδώ σε αυτό το κείμενο. Οι νέοι σήμερα δεν μπορούν να ακούσουν ένα ολόκληρο μουσικό άλμπουμ. Βαριούνται να δούν ακόμα και ολόκληρο βίντεο στο youtube πριν περάσουν στο επόμενο προτεινόμενο. Όταν ο Φλορεντίνο Πέρεθ ανησυχεί ότι ματς 90 λεπτών με 15 λεπτά ημίχρονο δεν είναι ελκυστικά στους νέους δεν είναι τρελός. Λέει την αλήθεια. Οι 30-40+ μεγαλώσαμε με πολύ μεγαλύτερο πάθος για το ποδόσφαιρο από ότι τα παιδιά μας. Τα μωρά του σήμερα δύσκολα θα αντέξουν ολόκληρο 90λεπτο στο γήπεδο χωρίς οθόνες, το κινητό τους, αφορμές για stories και tik-tok βίντεο ή όποιο άλλο distranction έχει επινοηθεί ως τότε για να δεσμεύσει το μυαλό τους στην κατανάλωση. Η ανακοίνωση της ESL έκανε λόγο για τους legacy fans, δηλαδή τους "παραδοσιακούς οπαδούς" που ακολουθούν την ομάδα, γνωρίζοντας την ιστορία της, τις παλιές της δόξες, τις αντιπαλότητές της κλπ. Μιλούσε δηλαδή για εμάς τους 40+, με τη διαφορά ότι δεν μας ανέφερε ως "κεφάλαιο" για την ομάδα, αλλά ως παθητικό. Οι 30 και πάνω δεν είναι το κοινό, στο οποίο στοχεύουν πλέον οι διοικήσεις. Το στοίχημα είναι να κερδηθούν οι νεότεροι. Που μας φέρνει στο επόμενο.
4. Αυτό που ήταν context θα γίνει content
Στα χρόνια που οι τριαντάρηδες-σαραντάρηδς και πάνω βλέπουμε μπάλα, τα ματς είναι ιστορία. Μπορώ να σου πω που ήμουν κάθε Μάη από το 1985 και μετά γιατί θυμάμαι πού έχω δει τον τελικό του Πρωταθλητριών (μετέπειτα Champions League). Ο τελικός έχει σημασία, είτε ήταν το 3-3 της Κωνσταντινούπολης, είτε το 0-0 μεταξύ Μαρσέιγ και Ερυθρού Αστέρα σε ένα μισογεμάτο γήπεδο στο Μπάρι. Προφανώς και κάποια ματς είναι μυθικά, ενώ άλλα όχι τόσο. Όμως είναι η διοργάνωση που τους δίνει αίγλη. Σε ένα ανταγωνιστικό σπορ, ακόμα και ένα με εκπλήξεις, οι ομάδες που προχωράνε σε μια διοργάνωση είναι κατά κανόνα, καλές ομάδες και γι' αυτό το λόγο αξίζει κανείς να τις παρακολουθήσει.Αυτό είναι το context και το context μετράει όταν προτιμάς να δεις έναν ημιτελικό Champions League μεταξύ Πόρτο και Λα Κορούνια από ένα Σούπερ Καπ Ισπανίας μεταξύ Μπαρτσελόνα και Ρεαλ, που είναι πρακτικά φιλικό προετοιμασίας. Όμως και αυτό έχει ήδη αλλάξει. Μην μπεις στον κόπο να ρωτήσεις υπεύθυνο καναλιού ή διαφημιστή που θα έβαζε τα λεφτά του για μεγαλύτερη τηλεθέαση πλέον. Ο συνδυασμός υπερπροβολής και μια τάση για "περιεχόμενο" (content) που μπορεί να δημιουργήσει υπεραξία (σταριλίκι, στόρις, συζήτηση σε πρωινάδικα και οπαδικά ραδιόφωνα) είναι αυτό που διαμορφώνει πλέον την αγορά. Αν η Πόρτο του Μουρίνιο του 2004 έπαιζε ξανά σήμερα με την Κορούνια του Ιρουρέτα, θα μιλούσαμε για έναν αντι-εμπορικό ημιτελικό. Το πρόβλημα είναι ακριβώς εδώ. Το 2004, η Κορούνια είχε αποκλείσει τη Γιουβέντους με δύο νίκες και είχε ρίξει μια ξεγυρισμένη τεσσάρα στην Μίλαν. Η Πόρτο ήταν κάτοχος του Ουέφα και είχε αποκλείσει την Γιουνάιτεντ μέσα στο Ολντ Τράφορντ. Ήταν στον ημιτελικό επειδή ήταν ομαδάρες. Αυτό έχει μικρή σημασία σήμερα. Σκέψου μόνο πόσο γρήγορα ξεχάσαμε την Λυών να ρίχνει τρία πέρσι στην Μαντσεστερ Σιτυ. Ο Άγιαξ έχει τέσσερα πρωταθλητριών, είναι ολόκληρη σχολή στο σπορ και πριν δύο χρόνια έφτασε μερικά δευτερόλεπτα μακριά από τον τελικό. Όμως δεν προσκλήθηκε καν στους 12. Στους 12 μπήκε η Τότεναμ που τον απέκλεισε. Επειδή έχει μια διοίκηση που συμμερίζεται τις απόψεις για την εξέλιξη του προϊόντος που λέγεται ποδόσφαιρο και μοιράζεται με τους άλλους μια ψευδαίσθηση μεγαλείου.
5. Καπιταλισμός vs Κανιβαλισμός
Αλλά οι ψευδαισθήσεις μεγαλείου δεν έρχονται προφανώς μόνες τους. Τα μέγα-κλαμπ του σήμερα ζούν την χρυσή εποχή τους. Τα τελευταία δέκα χρόνια, σημειώθηκαν απίστευτα ρεκόρ σε όλα τα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα. Σε τρία από αυτά, για πρώτη φορά έσπασε το φράγμα των 100 βαθμών. Σε 13 από τα 54 ευρωπαϊκά πρωταθλήματα τρέχει το μεγαλύτερο σερί κατακτήσεων από την ίδια ομάδα στην ιστορία τους. Δεν είναι απλώς ο "καπιταλισμός χαζούλη". Είναι η απόλυτη εκδοχή του "και οι πλούσιοι έσονται πλουσιότεροι", της λεγόμενης αρχής του Ματθαίου. Βγαίνεις μια χρονιά στο Champions League και κερδίζεις χρήματα, που σου επιτρέπουν να προκριθείς και την επόμενη χρονιά και ξανά και ξανά σε έναν κύκλο αυτοτροφοδοτούμενης ευμάρειας. Το πρόβλημα είναι όταν αυτή η επιτυχία αποκτά χαρακτηριστικά προνομίου (entitlement). Όταν μια Τότεναμ ή μια Άρσεναλ θεωρεί ότι το να μη βγαίνει στο Champions League δεν είναι κάτι που έχασε αλλά κάτι που "της το παίρνουν". Ακόμα χειρότερα, η προοπτική μιας χρονιάς χωρίς τα λεφτά του Champions League για μια Μπαρτσελόνα ή μια Ρεάλ δεν είναι απλώς αποτυχία αλλά καταστροφή. Τα κλαμπ μεγάλωσαν σαν τράπεζες που καλόμαθαν στην διαρκή επιδότηση, έγιναν κάτι σαν θεσμοί και τώρα αισθάνονται ότι είναι "too big to fail". Οι οπαδοί που εξεγείρονται ενάντια στην "απληστία" των κλαμπ είναι οι "χαζούληδες" της υπόθεσης. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι ομάδες διοικούνται από καπιταλιστές. Όλες από τέτοιους διοικούνται. Το πρόβλημα είναι ότι όλα τα κλαμπ λειτουργούν κάτω από ένα είδος ακραίου καπιταλισμού που στην απόλυτη εκδοχή του αυτοακυρώνεται. Δεν έχει ανταγωνισμό και γίνεται παρασιτικός. Τα είπε καλύτερα ο Γκουαρντιόλα.
6. Και τώρα τι κάνουμε;
Όπως και σε όλα τα επίπεδα υπερ-καπιταλισμού, η κριτική δεν γίνεται πάνω στη λειτουργία των ομάδων ως εταιρειών με στόχο το κέρδος. Αυτό έχει γίνει αποδεκτό εδώ και δεκαετίες. Το πρόβλημα, όπως σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, είναι η εκρηκτική ανισότητα που έρχεται με την πλήρη απορρύθμιση. Η κλειστή λίγκα, είναι μια τέτοια πλήρης απορρύθμιση που αφαιρεί ακόμα και τον τελευταίο περιορισμό συνάρτησης των οικονομικών απολαβών από την αθλητική επιτυχία. Κλειστή λίγκα είναι σαν να μαζεύτηκαν ο Βασιλόπουλος, ο Σκλαβενίτης, ο Μασούτης και ο Χαλκιαδάκης και να αποφάσισαν ότι όποιος βγάζει ένα καινούργιο προϊόν θα πρέπει να το πουλήσει στα μαγαζιά τους πρώτα, πριν σκεφτεί να το δώσει στο κάθε μικρό μπακάλικο της γειτονιάς. (Oh wait...).
Aυτό που θέλω να πω είναι ότι αυτό που θέλουν να κάνουν ο Πέρεθ, ο Ανιέλι και η παρέα των Αμερικανών είναι ακριβώς αυτό που περιμένεις να συμβεί σε ένα πλήρως απορρυθμισμένο καπιταλιστικό σύστημα. Χωρίς όρια στις απολαβές, χωρίς υποχρεωτική αναδιανομή κερδών στους μικρότερους, χωρίς υποχρεώσεις για συνδιαχείριση κλπ. Οι οπαδοί και οι κυβερνήσεις που εξεγείρονται έναντι ενός υπερ-καπιταλιστικού μονοπωλίου που σκοπό έχει να σκοτώσει τον ανταγωνισμό δεν είναι προφανώς κάτι αρνητικό, αλλά υπάρχει κάτι ανησυχητικά γκροτέσκο στο να ακούς τον Τζόνσον και τον Μακρόν να συζητούν για το πώς θα "σκοτώσουν" το πρότζεκτ της κλειστής λίγκας με "νομοθετικές βόμβες" τη στιγμή που δεν έχουν κανένα πρόβλημα όταν τράπεζες και πολυεθνικές κάνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Mε ακριβώς αυτό το ακλόνητο επιχείρημα, οι ομάδες θα ξαναφέρουν το πρότζεκτ είτε αυτούσιο, είτε ελαφρώς αλλαγμένο, είτε μασκαρεμένο μέσα από μια αλλαγή στη δομή του Champions League. Και αν οι οπαδοί ή όποιος άλλος φορέας θέλει να έχει ελπίδες να το σταματήσει θα πρέπει να πιέσει τώρα, ιδίως τώρα που υπάρχει ένα μικρό παράθυρο πρωτοβουλίας, για ριζικές, δομικές αλλαγές στον τρόπο που γίνονται οι διοργανώσεις.
Εννοείται ότι δεν θα πείραζε αν εκτός από τον Ανιέλι, τον Πέρεθ και τον Γκλέιζερ, τα βάζαμε και με τους Σκλαβενίτες, τους Μπέζος και τις JP Morgan αυτού του κόσμου, αλλά φοβάμαι ότι εδώ μπορεί να ζητάμε πολλά.